Πριν από λίγο καιρό, μία από τις πιο διάσημες προσωπικότητες της Τουρκίας η Gamze Özçelik (γεννημένη το 1982) εθεάθη να φορά μαντήλα. Για αρκετές μέρες, η Gamze Özçelik και η μαντήλα υπήρξαν ένα από τα πιο επίμαχα ζητήματα που απασχόλησαν τις τηλεοπτικές εκπομπές και τα προγράμματα. Προτιμώ να χρησιμοποιώ τον όρο «μαντήλα» και όχι το «τουρμπάνι» επειδή κατά τη γνώμη μου, αυτοί οι όρος αυτός φέρει πολλές συνυποδηλώσεις στην Τουρκία και αναφέρεται σε μια πολιτικοποιημένη εκδοχή της κάλυψης μέρους του γυναικείου σώματος.
Σε αυτήν την ανάρτηση, θα προσπαθήσω να αναφερθώ στο ιστορικό υπόβαθρο του ζητήματος της μαντήλας και παράλληλα, θα προσπαθήσω να αξιολογήσω το ζήτημα της κάλυψης του γυναικείου σώματος εντός του πλαισίου της τουρκικής πολιτικής κουλτούρας με ένα διττό τρόπο: πρώτα μέσω της επίσημης κεμαλικής ιδεολογίας και έπειτα μέσα από τις ισλαμικές ευαισθησίες και προσωπικές ελευθερίες. (Μπορώ να δηλώσω ότι το να φορά κανείς μαντήλα συνεπεία των θρησκευτικών του καθηκόντων μπορεί να θεωρηθεί ως αντανάκλαση των προσωπικών του ελευθεριών, επομένως μπορώ να πω ότι η κάλυψη μέρους του γυναικείου σώματος είναι ένα θρησκευτικό καθήκον και όχι απλώς μια επιλογή).
Ο βασικός πυλώνας αυτού του άρθρου είναι ότι το εάν θα φορά μια γυναίκα στο κεφάλι της μαντήλα ή όχι αποτελεί ζήτημα ελευθερίας και μόνο μια δημοκρατική κοινωνία θα μπορούσε να επιλύσει το θέμα/ πρόβλημα της μαντήλας.
Γενικά μιλώντας όπως προαναφέρθηκε, μερικοί ακαδημαϊκοί στην Τουρκία χρησιμοποιούν τον όρο τουρμπάνι και γι’ αυτούς ο όρος αναφέρεται σε μια «μοντέρνα αστή» γυναίκα, ενώ το μαντήλι/μαντήλα αναφέρεται σε μια γυναίκα από την επαρχία της Ανατολίας. Η πρώτη είναι μορφωμένη και επίσης πολιτικοποιημένη. Ωστόσο, η γυναίκα με τη μαντήλα δεν είναι πολιτικοποιημένη και θεωρεί τη γυναικεία κάλυψη κομμάτι της κουλτούρα της και όχι κάποιων συνειδητών θρησκευτικών πρακτικών.
O διαχωρισμός μεταξύ δημόσιας/ιδιωτικής σφαίρας έχει αποτελέσει μία από τις βασικές αιτίες του προβλήματος της μαντήλας στην Τουρκία. Ο Ahmet Necdet Sezer, ο οποίος υπήρξε πρόεδρος της Τουρκίας έκανε τέτοιου είδους διαχωρισμούς δηλώνοντας ότι το ζήτημα της μαντήλας δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ζήτημα ελευθερίας στη δημόσια σφαίρα.
Είναι γνωστό ότι η διαδικασία του τουρκικού εκσυγχρονισμού διαμορφώθηκε κυρίως από τη γυναικεία ταυτότητα. Παρ’ όλα αυτά το κίνημα του εκσυγχρονισμού μυθοποιήθηκε μέσα από την αφαίρεση του Ισλάμ ως σημαντικού στοιχείου της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Η ενδυματολογική μεταρρύθμιση αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα
Το πρόβλημα γύρω από τη χρήση της μαντήλας/τουρμπάνι εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1968, όταν δεν επετράπη η είσοδος στο πανεπιστημιακό κάμπους σε μια φοιτήτρια θεολογίας, τη Hatice Babacan οδηγώντας σε διαδηλώσεις. Έπειτα από το πραξικόπημα του 1980, δεν επιτρεπόταν η είσοδος σε φοιτήτριες με μαντήλα, αλλά οι απαγορεύσεις σταμάτησαν να ισχύουν το 1984.
Το 1997, η κυβέρνηση συνασπισμού του κόμματος Ανάπτυξης αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Ο τότε ηγέτης του Necmettin Erbakan έβαλε την υπογραφή του στις αποφάσεις που πάρθηκαν στη συνάντηση του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας (MGK) και έκτοτε, η δημόσια ορατότητα της θρησκείας θεωρήθηκε μεγάλη απειλή για την κοσμική ταυτότητα του κράτους. Μπορούμε να πούμε ότι η απαγόρευση της μαντήλας αποτελεί άμεσο αποτέλεσμα της μονομερούς κατανόησης στην τουρκική πολιτική κουλτούρα. Η κρατική παράδοση στην Τουρκία μέχρι το κόμμα Ανάπτυξης (AK) είχε υιοθετήσει το κοσμικό κράτος γαλλικού τύπου και όχι το αντίστοιχο αγγλοσαξονικό μοντέλο, διαβρώνοντας τη δημοκρατική ευημερία της Τουρκίας
Το 1999, η υπόθεση Merve Kavakçı θεωρήθηκε ως ένα σοβαρό περιστατικό, το οποίο αναδείκνυε πως αντιμετώπιζε η κυβέρνηση την ορατότητα της θρησκείας. Πολλά από τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης περιέγραφαν τη Kavakçı ως μια φιγούρα, η οποία υπέσκαπτε τη κοσμική φύση του καθεστώτος θεωρώντας τη μαντήλα ως απειλή ενάντια στη κοσμικότητα.
Το 2003, οι βουλευτές των οποίων οι γυναίκες φορούσαν μαντήλα δεν προσκλήθηκαν στην τελετή της 29ης Οκτωβρίου, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μεγάλη κρίση. Επιπλέον, το 2007 αναρτήθηκε ένα ηλεκτρονικό υπόμνημα στην ιστοσελίδα του τουρκικού στρατού όταν ο Abdullah Gül έθεσε την υποψηφιότητά του για την τουρκική προεδρία. Η γυναίκα του Gül φοράει μαντήλα και το ηλεκτρονικό υπόμνημα θεωρήθηκε ως άμεση αντίδραση σε εκείνο το «τουρμπάνι».
Το 2002, το Κόμμα της Ανάπτυξης πέρασε στην ηγεσία του Recep Tayyip Erdoğan και η λαϊκές μάζες με συντηρητική ταυτότητα καλωσόρισαν το νεό κόμμα. Οι εκλογικές νίκες του κόμματος προετοίμασαν επιπλέον το έδαφος για τις νομικές διατάξεις. Η άρση της απαγόρευσης της μαντήλας σε δημόσιους χώρους πραγματοποιήθηκε το 2013 και αυτό το μέτρο θεωρήθηκε ως ένα σημαντικό βήμα προς την κανονικοποίηση των σχέσεων μεταξύ κράτους και θρησκείας.
Σήμερα, το ζήτημα της μαντήλας αποτελεί ακόμα επίμαχο ζήτημα, αλλά όχι τόσο επίμαχο όσο υπήρξε στο παρελθόν… Οι βασικές κοινωνικές ομάδες (κεμαλιστές που υποστηρίζουν την άποψη ότι το τουρμπάνι θεωρείται απειλή στη δημοκρατία και στην κοσμικότητα και η συντηρητική μερίδα που υπερασπίζεται τις θρησκευτικές ελευθερίες) έχουν αντιμαχόμενες απόψεις. Πράγματι, η επίσημη ιδεολογία του Κεμαλισμού έχει ειδωθεί ως δικαιολογητική βάση, ενώ ο στιγματισμός της μαντήλας ως σύμβολο πολιτικοποίησης της θρησκείας. Προσωπικά, διαφωνώ με αυτή την άποψη.
Εν συντομία, μπορώ να πω ότι η υπόθεση Özçelik αναδεικνύει το γεγονός ότι η Τουρκία ακόμη χρειάζεται να αναθεωρήσει την κατανόησή της όσον αφορά στην κοσμικότητα και τον κεμαλισμό, καθώς η δημοκρατία μπορεί να ανθήσει μόνο σε μια φιλελεύθερη χώρα, όπου οι άνθρωποι δεν θα στιγματίζονται από την εξωτερική τους εμφάνιση ή τις ενδυματολογικές τους επιλογές.
Μετάφραση από το https://blogofbburak.blogactiv.eu/2018/11/28/the-headscarf-affair-a-political-symbol-or-a-matter-of-freedom/ (Αγγελική Κολέτσου)
コメント