Αν ήξερε κανείς, αναρωτήθηκε, τα δεδομένα, μήπως θα ένιωθε οίκτο ακόμα και για τους πλανήτες; Αν έφτανε σ’ αυτό που λένε η καρδιά των πραγμάτων;
Αδιαμφισβήτητα, ο Γκράχαμ Γκριν κατέχει την τέχνη της δραματικής κινηματογραφικής γραφής, ωστόσο αυτό που συγκλονίζει είναι η ψυχογραφική ανάλυση των ηρώων του. Με φόντο τη βρετανοκρατούμενη Σιέρα Λεόνε κατά τη διάρκεια του Β’ παγκοσμίου πολέμου εξιστορεί την πτώση του αστυνόμου Χένρι Σκόμπι, ενός έντιμου υπαλλήλου, δέσμιου της ηθικής και των ενοχών που του εμφυσεί το καθολικό του θρήσκευμα, ο εαυτός του και η αποικιοκρατική υποκριτική κοινωνία ελέγχου που τον περιβάλλει. Τα ηθικά του διλήμματα και η ανάγκη να ευχαριστήσει τους πάντες εκτός από τον εαυτό του τον οδηγούν σε μια παράλυση αναποφασιστικότητας, η οποία επιφέρει μεταξύ άλλων την εμπλοκή του με λαθρεμπόρους διαμαντιών, τη σύναψη ενός παράτυπου ερωτικού δεσμού και τέλος την ολοκληρωτική αυτοκαταστροφή του. Δεν θέλουμε να σταθούμε τόσο στην πλοκή, όσο στο ψυχικό βάθος του κεντρικού χαρακτήρα, ο οποίος νιώθει οίκτο και ένα αίσθημα ευθύνης για τους πάντες εκτός από τον εαυτό του. Η ακεραιότητα και η τάση αυτοθυσίας του σε συνδυασμό με τις μάλλον αποτυχημένες του επιλογές δομούν το πορτραίτο ενός χαρακτήρα μεταπτωτικού, ο οποίος αδυνατεί να δεχθεί ότι μπορεί να πράττει με γνώμονα τις προσωπικές του επιθυμίες, ότι είναι δυνατόν να αγαπά δύο γυναίκες, να υποκύπτει στην παρανομία και να εκπίπτει ενώπιων του Θεού. Προσπαθώντας όμως να ικανοποιεί συνεχώς τους άλλους προδίδει τον εαυτό του όλο και περισσότερο, ώσπου στο τέλος δεν του απομένει απολύτως τίποτα ακριβώς επειδή συναίνεσε στον ετεροπροσδιορισμό της μοίρας του. Πιθανώς, ο μόνος που φαίνεται να του δείχνει οίκτο δίνοντάς του άφεση αμαρτιών είναι ο ίδιος ο συγγραφέας και ο αγαννώστης/στρια που έχει βρεθεί στην ίδια ενοχική κατάσταση με εκείνον παρατηρώντας την ηθική συντριβή του/της εξαιτίας της απρόσμενης ερωτικής επιθυμίας για ένα άλλο άτομο και της διάθεσης για μια ζωή στην οποία δεν θα είναι αναγκασμένος να ζει ως παρατηρητής και να αυτοπεριορίζεται.
Ενδιαφέρον, αποτελεί η λανθάνουσα οριενταλιστική γραφή του βιβλίου. Σε ένα μυθιστόρημα που εξελίσσεται στην Αφρική, όλοι οι κεντρικοί χαρακτήρες είναι λευκοί Βρετανοί άποικοι, οι μαύροι είναι συνήθως υπηρέτες, κλασσικές φιγούρες μάμι ή περαστικές γυναίκες των οποίων ο ρόλος είναι η ικανοποίηση των Βρετανών ετερεοφυλόφυλων ανδρών. Παράλληλα, παρακολουθούμε τη διαμάχη της χριστιανικής και μουσουλμανικής Συριακής μειονότητας της Σιέρα Λεόνε μέσα από τους χαρακτήρες του Ταλίτ και του Γιουσέφ, ο οποίος παρουσιάζεται σαν ένας πονηρός μουσουλμάνος τοκογλύφος και φέρει πολλές ομοιότητες με το χαρακτήρα του Σάιλοκ από τον «Έμπορο της Βενετίας». Ωστόσο, ο Γκράχαμ Γκριν δεν είναι εκείνους τους συγγραφείς που δέχονται μονοσήμαντες αναγνώσεις, γι’ αυτό και θεωρούμε πως παρόλο που οι πρωταγωνιστές είναι λευκοί, οι καταστάσεις στις οποίες εμπλέκονται δηλώνουν άτομα που βιώνουν κρίση ταυτότητας, ψεύδονται, εκβιάζουν και όχι αποκλειστικά επειδή έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν λόγω της μεταγωγής τους στην Αφρική, αλλά επειδή επιλέγουν να αφομοιωθούν στην υποκριτικά θεσμοθετημένη βρετανική αποικία της Σιέρα Λεόνε. Εντέλει, η αδυναμία του Χένρι Σκόμπι είναι ότι μέσα μια κοινωνία δωροδοκιών, εμπορίου διαμαντιών, αφόρητων καιρικών συνθηκών και πλήξης καταφέρνει να παραμείνει άνθρωπος ακριβώς εξαιτίας των σφαλμάτων και των ενοχών του.
Коментарі