top of page
Ηραλία Κοτσακίδου

Τσαντόρ – Μουρατχάν Μουνγκάν


Το βιβλίο αυτό μας μεταφέρει την ιστορία του Ακμπάρ, καθώς εκείνος ψάχνει να βρει τη χαμένη του οικογένεια. Επιστρέφοντας στη χώρα του μετά από χρόνια στην ξενιτιά, ο Ακμπάρ βλέπει ότι τα πάντα πλέον είναι διαφορετικά. Καταφέρνει να φτάσει στην πόλη του για να την δει ερειπωμένη από τον πόλεμο, φιμωμένη από τις πολιτικές ηγεσίες και αλλαγμένη από τη δυστυχία των ανθρώπων. Όλο το βιβλίο είναι μια περιγραφή αυτής της αλλαγής που διακόπτεται από αναδρομές στο παρελθόν του ήρωα. Ο ήρωάς μας έχει έρθει με σκοπό να βρει την οικογένεια που έχει αφήσει εδώ και χρόνια. Καταφεύγει σε όλα τα γνώριμα μέρη και στα παλιά του λημέρια ψάχνοντας στοιχεία για τον εντοπισμό κάποιου από τους συγγενείς του. Με λύπη του βλέπει τα λημέρια να έχουν αλλάξει και τη γειτονιά να φαίνεται πλέον σαν ξένη, γιατί όπως του λέει και ένας ηλικιωμένος στο βιβλίο «Το χειρότερο είδος ξένων βγαίνει μέσα απ’ αυτούς που έχεις γνωρίσει». Εκείνο που του κάνει τη μεγαλύτερη εντύπωση είναι πώς το καινούργιο καθεστώς έχει καταφέρει να εξαφανίσει τις γυναίκες. Κρυμμένες πίσω από το τσαντόρ, σιωπηλές στις γωνίες, έχουν γίνει πλέον κινούμενες σκιές στους δρόμους.

“Είχαν αποσυρθεί από τους δρόμους της ζωής και ως μητέρες και ως αδελφές και ως αγαπημένες, παίρνοντας μαζί τους όλες τις εικόνες της γυναικείες φύσης τους. Ήταν απλώς ένα σφραγισμένο αντίγραφο που το κρατούσαν κλειδωμένο. Η εικόνα της γυναίκας έλειπε από τη ροή της φύσης και ως ύπαρξη και ως μαγεία και ως μυστικό και ως ποίηση. Η ζωή είχε ερημώσει κι ακουγόταν μόνο ο κούφιος απόηχός της.”

Όσο η ιστορία προχωρά, το κουβάρι ξετυλίγεται και τα στοιχεία του δίνουν την ελπίδα ότι μπορεί να εντοπίσει τους δικούς του. Όσο όμως βλέπει την πόλη τόσο νιώθει ότι δεν ανήκει πλέον εκεί: «Άρχισε να συνειδητοποιεί ότι η πόλη αυτή δεν είχε πια θέση στη ζωή του και, ακόμα χειρότερα, ότι η ίδια η πόλη δεν είχε ζωή». Καθώς φτάνουμε προς το τέλος του βιβλίου μία μόνο είναι η λαχτάρα που νιώθει ο αναγνώστης: Θα βρει ο Ακμπάρ ό,τι έχει χάσει;

Το βιβλίο είναι μικρό αλλά πολύ πυκνό. Μέσα σε αυτό δεν αναφέρεται ποτέ ποια είναι η χώρα και η πόλη που περιπλανιέται ο Ακμπάρ. Αρκείται στο ότι είναι μια περιοχή που έζησε τη φρίκη του πολέμου. Αυτή ακριβώς η αδιαφορία για το όνομα και τον τόπο είναι που κάνει το μήνυμά του παγκόσμιο και πιο επίκαιρο από ποτέ. Από τις περιγραφές των ερημωμένων σπιτιών και των τρομαγμένων κατοίκων, ο συγγραφέας δίνει ένα ισχυρό αντιπολεμικό μήνυμα και κάνει μια έντονη κριτική στο καθεστώς που περιγράφεται στην ιστορία μας.

Ενδέχεται οι συνεχόμενες περιγραφές να κουράσουν έναν αναγνώστη που δεν απολαμβάνει ιδιαίτερα αυτό το είδος γραφής. Παρόλα αυτά, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί γλαφυρή γλώσσα και έντονες εικόνες που μεταφέρουν όλη τη θλίψη του πολέμου. Τα πολιτικά σχόλια και η κριτική είναι δοσμένα με λογοτεχνικό τρόπο, έτσι ώστε να μην ξενίζουν μέσα στο κείμενο αλλά να μεταφέρουν καθαρά το αντιπολεμικό μήνυμα. Συνοψίζοντας, το «Τσαντόρ» είναι ένα έντονα πολιτικό βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί.

20 views0 comments

Opmerkingen


bottom of page